Λογιστικός Χειρισμός Επιδοτούμενων Προγραμμάτων στην Ελλάδα
- Nick Vosniakos | Νίκος Βοσνιάκος

- 7 Αυγ
- διαβάστηκε 10 λεπτά
Οι κρατικές ενισχύσεις αποτελούν έναν θεμελιώδη πυλώνα για την ανάπτυξη και τη ενίσχυση των οικονομικών οντοτήτων στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον, ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Τα επιδοτούμενα προγράμματα αποτελούν κρίσιμο εργαλείο χρηματοδότησης για την υποστήριξη επιχειρήσεων, ΜΚΟ, ερευνητικών οργανισμών και πανεπιστημίων στην Ελλάδα, υποστηρίζοντας την υλοποίηση συγκεκριμένων επενδυτικών σχεδίων ή ερευνητικών έργων. Ωστόσο, η σωστή λογιστική αντιμετώπισή τους είναι μια πολύπλοκη διαδικασία που απαιτεί ειδικές γνώσεις και προσοχή αλλά κρίσιμη για τη διαφάνεια, τη συμμόρφωση με τις νομικές απαιτήσεις και την αποφυγή φορολογικών κινδύνων. Σε αυτό το άρθρο, θα αναλύσουμε τις διεθνείς, ευρωπαϊκές και εθνικές πρακτικές, καθώς και τις καλές πρακτικές και χειρισμούς που μπορούν να βοηθήσουν τους φορείς να αποφύγουν λάθη και να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη τους. Ο παρών οδηγός έχει ως στόχο να προσφέρει μια ολοκληρωμένη και κριτική ανάλυση του λογιστικού χειρισμού των επιδοτήσεων, επιχορηγήσεων και κρατικών ενισχύσεων στην Ελλάδα. Η κατανόηση αυτών των πτυχών είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης, τη βελτιστοποίηση των οικονομικών αποτελεσμάτων και την ενίσχυση της αξιοπιστίας των φορέων.

Θεωρητικό Πλαίσιο και Νομοθετικό Πλαίσιο
Επιδοτήσεις, κρατικές επιχορηγήσεις και ενισχύσεις ορίζονται σύμφωνα με το εθνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο, όπου οι επιδοτήσεις αποτελούν οικονομικά οφέλη που παρέχονται κυρίως για την κάλυψη συγκεκριμένων δαπανών ή για επενδύσεις. Ο λογιστικός χειρισμός των κρατικών ενισχύσεων διέπεται τόσο από τα εθνικά Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (ΕΛΠ) όσο και από τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ΔΛΠ/ΔΠΧΑ), με το IAS 20 να αποτελεί το βασικό πρότυπο για τις κρατικές επιχορηγήσεις.
Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ΔΛΠ/ΔΠΧΑ): Σε διεθνές επίπεδο, η λογιστική αντιμετώπιση των κρατικών επιχορηγήσεων καθορίζεται από το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 20 (ΔΛΠ 20), το οποίο αφορά τη λογιστική των κρατικών επιχορηγήσεων και τη γνωστοποίηση της κρατικής υποστήριξης. Σύμφωνα με το ΔΛΠ 20, κρατική επιχορήγηση είναι ενίσχυση από το κράτος με τη μορφή μεταβίβασης πόρων σε μια οικονομική οντότητα, σε αντάλλαγμα για τη συμμόρφωσή της με ορισμένους όρους σχετικά με τις δραστηριότητές της. Βασική αρχή του ΔΛΠ 20 είναι ότι οι επιχορηγήσεις δεν αναγνωρίζονται λογιστικά ώσπου να υπάρξει εύλογη βεβαιότητα ότι η οντότητα θα συμμορφωθεί με τους όρους και ότι η επιχορήγηση θα εισπραχθεί. Δηλαδή, η απλή είσπραξη χρημάτων δεν αποτελεί απόδειξη ότι εκπληρώθηκαν οι όροι – αν εκκρεμούν όροι ή προϋποθέσεις, η επιδότηση μπορεί να παραμείνει σε αναμονή (ως υποχρέωση) μέχρι να θεωρηθεί ότι πληρούνται. Επίσης, τα ΔΠΧΑ απαγορεύουν την απευθείας πίστωση μιας επιχορήγησης στα ίδια κεφάλαια – αντίθετα, επιβάλλουν την αναγνώρισή της ως εισόδημα στις περιόδους που αντιστοιχούν στα έξοδα που επιδοτούνται.
Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (ΕΛΠ): Σε εθνικό επίπεδο, ο Ν.4308/2014 και τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα έχουν υιοθετήσει παρόμοια αντιμετώπιση με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Τα ΕΛΠ δίνουν αντίστοιχο ορισμό (άρθρο 23 Ν.4308/2014): κρατική επιχορήγηση είναι ενίσχυση από το κράτος σε ανταπόδοση για παρελθούσα ή μελλοντική συμμόρφωση της οντότητας με συγκεκριμένες συνθήκες στις δραστηριότητές της. Ουσιαστικά αυτός ο ορισμός εναρμονίζεται με τον διεθνή ορισμό του ΔΛΠ 20. Τα ΕΛΠ επίσης αντιμετωπίζουν τις επιχορηγήσεις με βάση την αρχή του δεδουλευμένου: αναγνωρίζονται όταν η οντότητα αποκτήσει δικαίωμα είσπραξης και έχει συμμορφωθεί με τυχόν όρους, και όχι απαραίτητα όταν εισπραχθούν μετρητά. Όπως επισημαίνεται και στη Λογιστική Οδηγία των ΕΛΠ, συνήθως η έγκριση των επιχορηγήσεων θεωρείται οριστική όταν η οντότητα τεκμηριωμένα έχει συμμορφωθεί με τους όρους χορήγησής τους.
Συνοψίζοντας, τόσο τα ΔΠΧΑ όσο και τα ΕΛΠ θέτουν ως προϋπόθεση αναγνώρισης μιας επιδότησης την εύλογη βεβαιότητα ότι πληρούνται οι σχετικοί όροι και ότι θα εισπραχθεί το ποσό. Αυτή η συντηρητική αρχή διασφαλίζει ότι δεν θα εμφανιστεί πρόωρα έσοδο από επιδότηση που ενδέχεται να μην οριστικοποιηθεί (για παράδειγμα, αν η εταιρεία δεν τηρήσει τελικά τις υποχρεώσεις της ή αν ο κρατικός φορέας ανακαλέσει την ενίσχυση).
Λογιστικός Χειρισμός Επιδοτήσεων
Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (ΕΛΠ - Ν. 4308/2014)
Αρχική Αναγνώριση Επιχορήγησης
Σύμφωνα με το Άρθρο 23 του Ν. 4308/2014, οι κρατικές επιχορηγήσεις αναγνωρίζονται αρχικά ως υποχρεώσεις (έσοδα επόμενων περιόδων) κατά την περίοδο που εισπράττονται ή κατά την περίοδο που καθίσταται οριστική η έγκρισή τους και υπάρχει βεβαιότητα ότι θα εισπραχθούν. Η αρχική καταχώριση περιλαμβάνει την πίστωση ενός λογαριασμού υποχρεώσεων (π.χ., λογαριασμός 58 «Κρατικές επιχορηγήσεις» στο Σχέδιο Λογαριασμών ΕΛΠ), με χρέωση λογαριασμού απαιτήσεων. Κατά την είσπραξη του επιχορηγηθέντος ποσού, γίνεται η μεταφορά στα ταμειακά διαθέσιμα.
Παραδείγματα λογιστικών εγγραφών:
Λογιστικός χειρισμός επενδυτικών επιχορηγήσεων (πάγιου εξοπλισμού)
Οι επιχορηγήσεις αυτές αφορούν χρηματοδότηση για την αγορά, κατασκευή ή ανάπτυξη παγίων στοιχείων (π.χ. επιδότηση αγοράς εξοπλισμού ή ακινήτου). Μεταγενέστερα της αρχικής αναγνώρισης, οι κρατικές επιχορηγήσεις που αφορούν περιουσιακά στοιχεία αποσβένονται με τη μεταφορά τους στα αποτελέσματα ως έσοδα. Αυτό πραγματοποιείται στην ίδια περίοδο και με τρόπο αντίστοιχο της μεταφοράς στα αποτελέσματα της λογιστικής αξίας του επιχορηγηθέντος στοιχείου. Ουσιαστικά, το έσοδο από την επιχορήγηση αναγνωρίζεται αναλογικά με τις αποσβέσεις του παγίου που επιχορηγήθηκε. H επιχορήγηση αποσβένεται σταδιακά με μεταφορά στα αποτελέσματα ως έσοδο, στην ίδια διάρκεια και με τρόπο αντίστοιχο της απόσβεσης του επιχορηγηθέντος παγίου. Δηλαδή, κάθε περίοδο κλεισίματος, μεταφέρεται στα έσοδα το μέρος της επιχορήγησης που αναλογεί στην απόσβεση του πάγιου στοιχείου. Με αυτόν τον χειρισμό αντιστοίχησης (matching), τα έσοδα από την ενίσχυση πρακτικά αντισταθμίζουν την δαπάνη των αποσβέσεων (ή άλλες σχετικές δαπάνες) του πάγιου, ώστε το καθαρό αποτέλεσμα να αντικατοπτρίζει την πραγματική επιβάρυνση μετά την κρατική στήριξη.Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τα ΕΛΠ, οι επιχορηγήσεις παγίων επενδύσεων αντιμετωπίζονται πλέον ως υποχρέωση (έσοδο επομένων περιόδων) και όχι ως καθαρή θέση, όπως ίσχυε παλαιότερα.
Παράδειγμα λογιστικών εγγραφών:
Λογιστικός χειρισμός λειτουργικών επιχορηγήσεων (εξόδων, μισθοδοσιών)
Οι επιχορηγήσεις αυτές αφορούν ενίσχυση για την αποζημίωση συγκεκριμένων δαπανών (π.χ. μισθοδοσία ερευνητικού προγράμματος, λειτουργικά έξοδα) ή για γενική στήριξη εισοδήματος (π.χ. επιχορήγηση λόγω ζημίας από θεομηνία ή πανδημία). Οι κρατικές επιχορηγήσεις που αφορούν έξοδα αναγνωρίζονται αρχικά ως υποχρεώσεις κατά την περίοδο είσπραξης ή οριστικής έγκρισης με βεβαιότητα είσπραξης. Στη συνέχεια, μεταφέρονται στα αποτελέσματα ως έσοδα στην ίδια περίοδο στην οποία τα επιχορηγηθέντα έξοδα βαρύνουν τα αποτελέσματα. Εάν η επιχορήγηση αφορά έξοδα (π.χ. μισθοδοσία, λειτουργικά), τότε αρχικά καταχωρείται ως υποχρέωση (58.01) και στη συνέχεια μεταφέρεται στα έσοδα όταν τα έξοδα πραγματοποιούνται. Κατά την ίδια χρήση πρέπει να εμφανίζονται τόσο τα κόστη (έξοδα) όσο και τα αντίστοιχα έσοδα από επιχορήγηση ώστε να μη διαστρεβλώνεται το οικονομικό αποτέλεσμα. Η μεταφορά στα έσοδα γίνεται στην ίδια περίοδο που αναγνωρίζονται τα έξοδα που επιδοτούνται, ώστε να τηρείται η αρχή του matching (αντιστοίχιση εσόδων-εξόδων).
Εάν η επιχορήγηση αφορά μελλοντικά έξοδα (π.χ. μισθοδοσία επόμενου έτους), το ποσό παραμένει στην υποχρέωση (58.01) έως ότου πραγματοποιηθούν τα έξοδα.
Εάν αφορά παρελθόντα έξοδα (π.χ. αποζημίωση δαπανών που έγιναν ήδη), τότε μεταφέρεται άμεσα στα έσοδα κατά την έγκριση ή είσπραξη.
Παράδειγμα λογιστικών εγγραφών:
Λογιστικός χειρισμός έμμεσων δαπανών (κατ’ αποκοπή ποσών)
Πολλά επιδοτούμενα προγράμματα προβλέπουν στον εγκεκριμένο προϋπολογισμό έργων κατηγορία έμμεσων δαπανών. Οι έμμεσες δαπάνες (indirect costs ή overheads) είναι όλες οι δαπάνες που δεν μπορούν να κατανεμηθούν άμεσα σε ένα συγκεκριμένο έργο, κατηγορία δαπάνης, δραστηριότητα ή προϊόν, αλλά είναι απαραίτητες για τη γενική λειτουργία του οργανισμού και την υποστήριξη των έργων του.
Στα επιδοτούμενα προγράμματα (π.χ. Horizon Europe, ΕΣΠΑ, Erasmus+, κ.λπ.) οι έμμεσες δαπάνες:
Υπολογίζονται ως ποσοστό επί των άμεσων επιλέξιμων δαπανών (π.χ. 25% επί των άμεσων δαπανών προσωπικού και λοιπών επιλέξιμων εξόδων).
Χορηγούνται κατ’ αποκοπή (lump sum ή flat rate) χωρίς να απαιτείται αναλυτική τεκμηρίωση ή παραστατικά για το πού δαπανώνται.
Δεν συνδέονται με συγκεκριμένα έξοδα που χρειάζεται να επιβεβαιωθούν ή να συσχετιστούν
Στόχος τους είναι να καλύψουν γενικά λειτουργικά κόστη του οργανισμού που υποστηρίζουν έμμεσα το έργο (διοίκηση, λογιστήριο, ενέργεια, ενοίκια, κοινόχρηστα, συντήρηση, εξοπλισμός γραφείου κ.ά.).
Αυτά συνήθως οι οργανισμοί δεν τα δαπανούν άμεσα και δεν προβαίνουν σε έξοδα για το έργο αλλά τα λαμβάνουν κατά τις επιτυχημένες πιστοποιήσεις / επαληθεύσεις των έργων και τα κρατάνε στα ταμειακά τους διαθέσιμα, για να τα αξιοποιήσουν εκτός του επιδοτούμενου προγράμματος που τα εισέπραξαν, αφού αφορούν άλλες γενικές λειτουργικές δαπάνες του φορέα.
Επειδή τα ποσά είναι κατ’ αποκοπή και δεν απαιτούνται πιστοποιήσεις δαπανών:
Δεν υπάρχει ανάγκη να «κρατηθούν» ως υποχρέωση και να μεταφερθούν σταδιακά.
Μπορούν να αναγνωριστούν άμεσα ως έσοδο κατά την είσπραξη ή οριστική έγκριση.
Παράδειγμα λογιστικών εγγραφών:
Λογιστικός χειρισμός προκαταβολής – προχρηματοδότησης έργου
Σε πολλά ερευνητικά προγράμματα ή επιδοτούμενα επενδυτικά έργα προβλέπεται κατά την έγκριση της χρηματοδότησης μετά την έκδοση οριστικής απόφασης χορήγησης χρηματοδότησης, προκαταβολή μέρους της επιδότησης για την βοήθεια στην έναρξη υλοποίησης του έργου. Έτσι, στην αρχή του έργου δίνεται προκαταβολή (προχρηματοδότηση) χωρίς να έχει ακόμα πιστοποιηθεί καμία δαπάνη. Σε αυτή την περίπτωση, το ποσό που λαμβάνει ο φορέας δεν θεωρείται ακόμη έσοδο ούτε οριστική επιχορήγηση:
Υπάρχει πιθανότητα μερικής ή ολικής επιστροφής αν οι δαπάνες δεν εγκριθούν ή το έργο διακοπεί.
Μέχρι την πιστοποίηση, η προκαταβολή λογίζεται ως υποχρέωση έναντι του χρηματοδότη.
Μέχρι να ολοκληρωθεί η πιστοποίηση, το ποσό δεν είναι κεκτημένο δικαίωμα – μπορεί να ζητηθεί επιστροφή. Ορθή λογιστική πρακτική (ΕΛΠ και ΔΠΧΑ) είναι να εμφανίζεται ως υποχρέωση μέχρι την τελική διοικητική επαλήθευση. Έτσι, αποφεύγεται η πρόωρη αναγνώριση εσόδων που θα αλλοίωνε τα αποτελέσματα και την καθαρή θέση.
Παράδειγμα λογιστικών εγγραφών:
Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ΔΛΠ/ΔΠΧΑ - IAS 20)
Το ΔΛΠ 20 (IAS 20) καθορίζει τον λογιστικό χειρισμό των κρατικών επιχορηγήσεων και τη γνωστοποίηση της κρατικής βοήθειας.
Βασικές αρχές αναγνώρισης και παρουσίασης (Income Approach): Μια κρατική επιχορήγηση αναγνωρίζεται μόνο όταν υπάρχει εύλογη βεβαιότητα ότι
(α) η οντότητα θα συμμορφωθεί με τυχόν όρους που συνδέονται με την επιχορήγηση και
(β) η επιχορήγηση θα εισπραχθεί.
Το ΔΛΠ 20 υιοθετεί την "προσέγγιση εσόδου" (Income Approach), σύμφωνα με την οποία οι επιχορηγήσεις αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα (κέρδη ή ζημίες) σε συστηματική βάση, κατά τις περιόδους στις οποίες η οντότητα αναγνωρίζει ως έξοδα τα σχετικά κόστη για τα οποία προορίζονται να αντισταθμίσουν.
Το ΔΛΠ 20 επιτρέπει δύο εναλλακτικές μεθόδους παρουσίασης για τις επενδυτικές επιχορηγήσεις παγίων στις οικονομικές καταστάσεις:
Ως αναβαλλόμενο έσοδο (deferred income), το οποίο αποσβένεται στα αποτελέσματα κατά τη διάρκεια της ωφέλιμης ζωής του παγίου. Εμφανίζονται αρχικά ως έσοδα επόμενων χρήσεων (deferred income) στις υποχρεώσεις, που αναγνωρίζονται στα αποτελέσματα σε συστηματική βάση κατά τη διάρκεια της ωφέλιμης ζωής του περιουσιακού στοιχείου (αυτή η μέθοδος είναι ουσιαστικά η ίδια με των ΕΛΠ)
Με την αφαίρεση της επιχορήγησης από την λογιστική αξία του παγίου (deducting from carrying amount), μειώνοντας έτσι τις μελλοντικές αποσβέσεις. Αφαιρούνται από τη λογιστική αξία του παγίου που αποκτήθηκε – δηλαδή η επιχορήγηση να μειώνει τη λογιστική αξία του στοιχείου. Σε αυτή την περίπτωση δεν καταχωρίζεται ξεχωριστό έσοδο: το όφελος της επιχορήγησης περνάει στα αποτελέσματα μέσω μειωμένων αποσβέσεων κατά τη διάρκεια ζωής του παγίου.
Σημειώνεται ότι η μέθοδος αφαίρεσης από την αξία του παγίου επιτρέπεται από τα ΔΛΠ αλλά όχι από τα ΕΛΠ. Συνεπώς, στην Ελλάδα εφαρμόζεται μόνο η πρώτη (αναβαλλόμενο έσοδο), ενώ οι εταιρείες που τηρούν ΔΛΠ/ΔΠΧΑ μπορούν να επιλέξουν μέθοδο παρουσίασης. Σε κάθε περίπτωση, καμία επιχορήγηση δεν καταχωρίζεται απευθείας στα ίδια κεφάλαια σύμφωνα με τα ΔΛΠ/ΔΠΧΑ.
Για επιχορηγήσεις που αποσκοπούν στην κάλυψη δαπανών (π.χ. επιδότηση λειτουργικού κόστους, μισθών, έρευνας), η αρχική αναγνώριση είναι και πάλι ως υποχρέωση (αναβαλλόμενο έσοδο) κατά τον χρόνο είσπραξης ή οριστικής έγκρισης. Εν συνεχεία, όμως, η μεταφορά στα αποτελέσματα ως έσοδο πρέπει να γίνει στην περίοδο που οι επιχορηγούμενες δαπάνες βαρύνουν τα αποτελέσματα. Εάν μια επιχορήγηση αφορά έξοδα που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί ή παρέχεται για άμεση οικονομική υποστήριξη, χωρίς μελλοντικά σχετικά κόστη, αναγνωρίζεται ως έσοδο στην περίοδο που είναι εισπρακτέα. Με απλά λόγια, αν η επιδότηση αφορά ένα συγκεκριμένο έξοδο, θα αναγνωριστεί ως έσοδο στον ίδιο χρόνο που καταχωρίζεται το έξοδο αυτό, ώστε να το αντισταθμίσει.
Ως προς την παρουσίαση στην κατάσταση αποτελεσμάτων, υπάρχει επίσης επιλογή: η επιδότηση εξόδων μπορεί είτε να εμφανιστεί ως ξεχωριστό έσοδο (π.χ. σε μια γραμμή "Έσοδα από επιχορηγήσεις" ή μέσα στα "Λοιπά έσοδα"), είτε να συμψηφιστεί με το αντίστοιχο έξοδο μειώνοντάς το. Η επιλογή αυτή επηρεάζει μόνο την παρουσίαση και όχι το καθαρό αποτέλεσμα (το οποίο παραμένει ίδιο). Στην πράξη, για λόγους διαφάνειας, πολλές επιχειρήσεις εμφανίζουν τις επιχορηγήσεις ως ξεχωριστές γραμμές εσόδων, ώστε να γνωστοποιούν καθαρά πόσα χρήματα έλαβαν από κρατική ενίσχυση, παρά να μειώσουν σιωπηρά τα έξοδα.
Σύγκριση και αποκλίσεις με τα ΕΛΠ
Τα ΕΛΠ (Ν. 4308/2014) έχουν υιοθετήσει σε μεγάλο βαθμό την προσέγγιση του ΔΛΠ 20, αναγνωρίζοντας τις επιχορηγήσεις παγίων ως αναβαλλόμενο έσοδο και όχι ως καθαρή θέση. Αυτό σηματοδοτεί μια σημαντική σύγκλιση με τα διεθνή πρότυπα. Μια βασική διαφορά με παλαιότερες ελληνικές λογιστικές πρακτικές (πριν τα ΕΛΠ) είναι ότι το ΔΛΠ 20 (και πλέον τα ΕΛΠ) απαγορεύει ρητά την άμεση πίστωση της επιχορήγησης στα ίδια κεφάλαια (equity). Ενώ το ΔΛΠ 20 επιτρέπει δύο μεθόδους παρουσίασης για επιχορηγήσεις παγίων (αναβαλλόμενο έσοδο ή μείωση κόστους παγίου), τα ΕΛΠ ορίζουν ρητά την αναγνώριση ως υποχρέωση/αναβαλλόμενο έσοδο.
Ποια η διαφορά μεταξύ αρχικής αναγνώρισης και τελικής είσπραξης;
Η βασική διαφορά μεταξύ της αρχικής αναγνώρισης και της τελικής είσπραξης μιας χρηματοδότησης (π.χ. επιχορήγησης ή επιδότησης) αφορά το χρόνο και το περιεχόμενο της λογιστικής καταγραφής καθώς και την πραγματική ροή των χρημάτων:
1.Αρχική Αναγνώριση:
Είναι η στιγμή που η επιχείρηση ή ο φορέας αναγνωρίζει στα λογιστικά του βιβλία την ύπαρξη της χρηματοδότησης.
Συμβαίνει όταν υπάρχει βεβαιότητα ότι η χρηματοδότηση θα εισπραχθεί, συνήθως με βάση την οριστική έγκριση της χρηματοδότησης ή απόφαση χορήγησης.
Η χρηματοδότηση αρχικά καταχωρείται ως υποχρέωση (π.χ. λογαριασμός "Κρατικές Επιχορηγήσεις") και ταυτόχρονα δημιουργείται απαίτηση έναντι του φορέα που τη χορηγεί (π.χ. λογαριασμός "Απαιτήσεις από Δημόσιο").
Σε αυτή τη φάση δεν λαμβάνεται ακόμη το ποσό, αλλά καταγράφεται η υποχρέωση του φορέα να το καταβάλει.
2.Τελική Είσπραξη:
Αναφέρεται στη στιγμή που τα χρήματα της χρηματοδότησης εισέρχονται πραγματικά στα ταμειακά διαθέσιμα ή τραπεζικούς λογαριασμούς της επιχείρησης/φορέα.
Προϋποθέτει ότι έχουν πιστοποιηθεί ή ελεγχθεί οι δαπάνες, ειδικά σε επιδοτούμενα προγράμματα με ενδιάμεσες πιστοποιήσεις.
Καταχωρείται ως μείωση της απαίτησης από τον φορέα που χορηγεί και αύξηση στα ταμειακά διαθέσιμα.
Παράλληλα, γίνεται σταδιακή μερική ή ολική μεταφορά της χρηματοδότησης από τον λογαριασμό υποχρεώσεων σε έσοδο, αναλόγως με τις πιστοποιήσεις ή πρόοδο του έργου.
Με απλά λόγια, η αρχική αναγνώριση αφορά την υπόσχεση ή δικαίωμα λήψης χρημάτων που πιστοποιεί τη χρηματοδότηση ως λογιστική υποχρέωση και απαίτηση, ενώ η τελική είσπραξη είναι η πραγματική λήψη των χρημάτων και η ολοκλήρωση της μεταφοράς τους μέσα στα λογιστικά, με ταυτόχρονη αναγνώριση του εσόδου στα αποτελέσματα. Επιπλέον, μεταξύ της αρχικής αναγνώρισης και της τελικής είσπραξης μπορεί να υπάρξει φάση ενδιάμεσων πιστοποιήσεων, όπου η χρηματοδότηση αναγνωρίζεται στα έσοδα σταδιακά, σε αντιστοιχία με τις πιστοποιημένες δαπάνες. Αυτή η διάκριση είναι σύμφωνη με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (ΕΛΠ), τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ΔΛΠ 20), και τη σχετική φορολογική νομοθεσία (Ν. 4172/2013), καθώς και με ορθές πρακτικές που διέπουν τη διαχείριση επιδοτούμενων προγραμμάτων.
Η σωστή λογιστική και φορολογική αντιμετώπιση των επιδοτήσεων είναι κρίσιμη για την επιτυχία των επιχειρήσεων και των οργανισμών. Με την εφαρμογή των καλών πρακτικών και την υιοθέτηση σύγχρονων τάσεων, οι ελληνικοί φορείς μπορούν να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη τους και να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους.




