Επαγγελματική Διαχείριση Αποθεματικών Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης
- Nick Vosniakos
- 14 Μαρ 2024
- διαβάστηκε 18 λεπτά
Έγινε ενημέρωση: 23 Μαρ 2024
Πώς η επένδυση των μετρητών και των περιουσιακών στοιχείων των συνταξιοδοτικών ταμείων δημιουργεί πολλαπλασιαστικά οφέλη για τους ασφαλισμένους και αυξάνει τις προσφερόμενες μελλοντικές συνταξιοδοτικές παροχές. Χρηματοοικονομική ανάλυση και παρουσίαση του θεσμού των συνταξιοδοτικών ταμείων με αποτελεσματική διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων.

Πριν δύο μήνες στην οικονομική επικαιρότητα συνέβη ένα πολύ ευχάριστο γεγονός που είναι πολύ σημαντικό για τον κόσμο τον επενδύσεων. Πρόκειται για την απόφαση του το Ταμείου Αλληλοβοήθειας Υπαλλήλων Φαρμακευτικών Εργασιών (ΤΑΥΦΕ) να προχωρήσει στην ίδρυση ΑΕΔΑΚ (εταιρείας Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων). Στόχος της κίνησης αυτής, σύμφωνα με τη διοίκηση, είναι η καλύτερη αξιοποίηση των αποθεματικών του ταμείου καθώς και η κάλυψη του μακροχρόνιου αναλογιστικού του ελλείμματος. Αυτή η κίνηση είναι σημαντική για δύο λόγους. Αφενός γιατί καταδεικνύει τα οφέλη της επαγγελματικής διαχείρισης των αποθεματικών ενός ασφαλιστικού – συνταξιοδοτικού ταμείου, δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης σε αυτό το θεσμό, αφετέρου διότι με τη δημιουργία του θα αποτελεί πλέον το τρίτο ισχυρότερο ταμείο επαγγελματικής ασφάλισης στην Ελλάδα από άποψη περιουσιακών στοιχείων τα οποία ανέρχονται στα 347 εκατομμύρια ευρώ. Δημιουργεί λοιπόν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο χώρο των Χρηματοοικονομικών και των Επενδύσεων, προσφέροντάς μου την ευκαιρία να σας παρουσιάσω αυτόν τον θεσμό στη χρηματοοικονομική επιστήμη, σύμφωνα με διεθνής πρακτικές. Μπορεί να είμαι ακόμη νέος για να συζητάω συνταξιοδοτικά θέματα αλλά είναι ένας τομέας με τεράστιο χρηματοοικονομικό και επενδυτικό ενδιαφέρον!
Ασφαλιστικό σύστημα και πυλώνες κοινωνικής ασφάλισης
Οι άνθρωποι και οι κοινωνίες χρειάζονται ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό σύστημα για να απολαμβάνουν κοινωνική προστασία από αναμενόμενους κινδύνους στη ζωή. Το ασφαλιστικό σύστημα σχετίζεται με τον κίνδυνο υγείας και βοηθά τους πολίτες να καλύψουν τις ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης και ιατροφαρμακευτικών παροχών, στην περίπτωση που τις χρειαστούν αν αντιμετωπίσουν προβλήματα υγείας και είναι ανήμποροι να καλύψουν τα κόστη υπηρεσιών υγείας κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Το συνταξιοδοτικό σύστημα σχετίζεται με την προστασία των ανθρώπων από τη φτώχεια όταν πλέον θα εξέλθουν από την αγορά εργασίας, λόγω γήρατος και περιορισμένων δυνατοτήτων, και δεν θα μπορούν να παράγουν πλέον εισόδημα για την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών. Σε αυτό το σημείο τους παρέχεται, σε αντικατάσταση του μηνιαίου μισθού τους, η σύνταξη, για να καλύψει τις καταναλωτικές και βιοτικές ανάγκες τους για το υπόλοιπο της ζωής τους μέχρι το θάνατο. Τόσο το ασφαλιστικό όσο και το συνταξιοδοτικό σύστημα, εξομαλύνουν όλο τον κύκλο ζωής, προστατεύουν από φυσικούς κινδύνους και διατηρούν την κοινωνική ισορροπία και συνοχή. Η χρηματοδότηση αυτών των δύο συστημάτων, που συχνά είναι δύσκολο να διαχωριστούν, πραγματοποιείται από εισφορές και κρατήσεις των ίδιων των πολιτών από το εισόδημα που δημιουργούν ετησίως, κατά τα παραγωγικά τους χρόνια που βρίσκονται στην αγορά εργασίας.
Τα σύγχρονα ασφαλιστικά συστήματα αποτελούνται από 3 πυλώνες. Ο 1ος πυλώνας αφορά την υποχρεωτική κρατική κοινωνική ασφάλιση για την ύπαρξη ενός ελάχιστου βαθμού κοινωνικών παροχών στους ασφαλισμένους. Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα χρηματοδοτείται με το διανεμητικό σύστημα χρηματοδότησης. Στο σύστημα αυτό οι σημερινές εισφορές πληρώνουν για τις σημερινές συντάξεις και ασφαλιστικές υγειονομικές παροχές, χωρίς να σχηματίζεται κεφάλαιο. Βέβαια, λόγω των δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων στην Ελλάδα και την Ευρώπη με τη γήρανση του πληθυσμού και της μείωσης των γεννήσεων, το αναδιανεμητικό σύστημα του 1ου πυλώνα κοινωνικής ασφάλισης, κατέστη αναποτελεσματικό, καθώς συρρικνώνεται ο ενεργός παραγωγικός πληθυσμός που παράγει εισόδημα και πληρώνει εισφορές. Αυτό συρρικνώνει τις προσφερόμενες παροχές και σε συνδυασμό με την επί δεκαετίες λειτουργίας του με την εγγύηση και τη χρηματοδότηση του κράτους, υπονομεύει τη βιωσιμότητά του. Αυτό το πρόβλημα έρχεται να εξομαλύνει ο 2ος πυλώνας.
Ο 2ος πυλώνας του ασφαλιστικού συστήματος αφορά την επαγγελματική προαιρετική ασφάλιση συγκεκριμένων ομάδων του πληθυσμού, οι οποίοι πέρα από τη βασική ασφάλιση θέλησαν να αποταμιεύουν και να εισφέρουν περισσότερο για να έχουν μια δεύτερη πηγή σύνταξης και ασφαλιστικών παροχών. Έτσι, δημιουργήθηκαν τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης τα οποία αντικατέστησαν τον αναδιανεμητικό χαρακτήρα του κρατικού συστήματος ασφάλισης με τον κεφαλαιοποιητικό, στον οποίο κάθε ασφαλισμένος έχει τον προσωπικό του λογαριασμό και τα μελλοντικά οφέλη που θα λαμβάνει (ως σύνταξη ή εφάπαξ πληρωμή) είναι ανάλογα με τις εισφορές που έχει πραγματοποιήσει τα προηγούμενα χρόνια και όχι κάποιο σταθερό ποσό. Τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης (ΤΕΑ) στην Ελλάδα είναι Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Έχουν σκοπό την παροχή στους ασφαλισμένους και δικαιούχους των παροχών, συμπληρωματικής ασφαλιστικής προστασίας πέραν της παρεχόμενης από την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση και λειτουργούν με βάση το κεφαλαιοποιητικό σύστημα (άρθρο 7 παρ. 5 του ν. 3029/2002). Προϋποθέτουν, δηλαδή, την ύπαρξη κεφαλαίου για την πληρωμή παροχών και αποτελούν μία αποτελεσματική λύση, ως οργανωμένα σχήματα αποταμίευσης των εργαζομένων, με σκοπό τη διασφάλιση μίας καλύτερης ποιότητας ζωής κατά τη συνταξιοδότησή τους.
Ο 3ος πυλώνας αφορά την ατομική ιδιωτική ασφάλιση του κάθε ένα πολίτη ατομικά μέσω ιδιωτικής ασφαλιστικής εταιρείας. Αυτές οι εταιρείες παρέχουν στοχευμένα και εξειδικευμένα ασφαλιστικά προγράμματα για την κάλυψη εξατομικευμένων αναγκών του κάθε ασφαλισμένου και πολλά από αυτά μπορεί να μετατραπούν και σε συνταξιοδοτικά και να παρέχουν πέρα από υγειονομική ασφάλιση και ασφάλεια ζωής και συνταξιοδοτική κάλυψη. Είναι η επέκταση του παραδοσιακού προσωπικού κουμπαρά που βρισκόταν σε κάθε σπίτι για την κάλυψη έκτακτων γεγονότων και προβλημάτων. Τον ρόλο αυτό κατέχει πλέον η ασφαλιστική εταιρεία που καλύπτει τον ασφαλισμένο σε διάφορους κινδύνους. Αυτός ο πυλώνας μαζί με τον πρώτο δεν αποτελούν αντικείμενο αυτού του άρθρου. Θα επικεντρωθούμε κυρίως στον 2ο και θα παρουσιαστεί η βελτίωση αυτού μέσω της επαγγελματικής διαχείρισης της περιουσίας των επαγγελματικών ταμείων.
Συνταξιοδοτικά Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης
Το συνταξιοδοτικό ταμείο είναι ένα ταμείο που συσσωρεύει κεφάλαιο για να καταβληθεί ως σύνταξη στους εργαζόμενους όταν συνταξιοδοτηθούν στο τέλος της σταδιοδρομίας τους. Τόσο οι εργοδότες όσο και οι εργαζόμενοι συνεισφέρουν κεφάλαια σε μια «δεξαμενή» κεφαλαίων που τίθενται στην άκρη για μελλοντικές συνταξιοδοτικές πληρωμές. Τα συνταξιοδοτικά ταμεία είναι συγκεντρωμένες χρηματικές εισφορές από συνταξιοδοτικά προγράμματα που έχουν συσταθεί από εργοδότες, συνδικάτα, σωματεία, επαγγελματικές οργανώσεις, συνδέσμους ή άλλους οργανισμούς για την παροχή συνταξιοδοτικών παροχών στα μέλη τους. Βέβαια τα ταμεία αυτά μπορεί να είναι πολυεργοδοτικά ή διαφορετικών επαγγελματικών ομάδων ή εταιρειών, δηλαδή ταμείων που δημιουργούνται από ομάδες ανθρώπων που δεν έχουν κάποιο επαγγελματικό δεσμό, δεν ανήκουν στην ίδια επαγγελματική ομάδα, δεν κάνουν το ίδιο επάγγελμα και δεν απασχολούνται στην ίδια επιχείρηση.
Τα συνταξιοδοτικά ταμεία, συνήθως, συγκεντρώνουν μεγάλα χρηματικά διαθέσιμα μέσω των εισφορών. Τα ποσά αυτά για να μεγιστοποιηθεί η αξία τους επενδύονται στις αγορές κεφαλαίου, για να αποφέρουν κέρδη (αποδόσεις). Τα κεφάλαια επενδύονται για λογαριασμό των εργαζομένων αντί να παραμένουν αδρανή σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Οι αποδόσεις που παράγονται από τις επενδύσεις χρησιμεύουν ως κέρδη για τον εργαζόμενο κατά τη συνταξιοδότησή του. Ο κύριος στόχος ενός συνταξιοδοτικού ταμείου είναι να διασφαλίσει ότι θα υπάρχουν αρκετά χρήματα για την κάλυψη των συντάξεων των εργαζομένων μετά τη συνταξιοδότησή τους στο μέλλον. Τα ταμεία αποδίδουν όλα τα οικονομικά τους πλεονάσματα από τις επενδύσεις στους ατομικούς λογαριασμούς των ασφαλισμένων τους μελών. Η λειτουργία των συνταξιοδοτικών ταμείων απαιτεί υψηλού επιπέδου ικανότητες για την καλύτερη αξιοποίηση της περιουσίας. Η μετατροπή των περιουσιακών τους στοιχείων σε νέα αξία είναι απαραίτητη για τη χρηματοδότηση των συνταξιοδοτικών παροχών. Οι αποταμιεύσεις δεν επαρκούν για την εκπλήρωση αυτού του στόχου. Είναι αναγκαίες οι κατάλληλες επενδύσεις.
Στις αναπτυγμένες χώρες τα έσοδα από τη διαχείριση της περιουσίας των φορέων κοινωνικής ασφάλισης συμβάλουν στη δημιουργία του αποθεματικού κεφαλαίου και κατ’ επέκταση στη βιωσιμότητά του συστήματος. Τη διεθνή τάση της επαγγελματικής διαχείρισης των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων καλείται να ακολουθήσει και η Ελλάδα, για την αντιμετώπιση του ασφαλιστικού της προβλήματος και του αναλογιστικού κενού που υπάρχει στο υπάρχον αναδιανεμητικό σύστημα, υπονομεύοντας τη βιωσιμότητά του. Προκειμένου, λοιπόν, οι εργαζόμενοι να μην βρεθούν στη συνταξιοδότησή τους προ εκπλήξεως με χαμηλότερη σύνταξη από αυτή που αναμένουν, ανήμποροι πλέον να κερδίσουν επιπλέον χρήματα για τη στήριξη του βιοτικού τους επιπέδου, ενθαρρύνεται η συμμετοχή τους από νωρίς σε τέτοιου είδους σχήματα. Τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκαν συνολικά στη χώρα τριάντα επαγγελματικά ταμεία ασφάλισης με ενεργητικά επενδυμένα κεφάλαια που ξεπερνούν τα 1,9 δις ευρώ σε υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία. Ο αριθμός αυτός δείχνει μια ταχέως αυξανόμενη αγορά, που φιλοδοξεί να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος των εργαζόμενων και αυτοαπασχολούμενων της χώρας με επιπλέον, συμπληρωματικές παροχές.

InstitΘεσμικοί Επενδυτές
Αν ποτέ αναρωτηθήκατε ποτέ ποιοι μπορεί να έχουν τα περισσότερα χρήματα σε αυτόν τον κόσμο ή ποιοι μπορεί να είναι οι πιο πλούσιοι με τα περισσότερα διαθέσιμα και να κολυμπάνε σε χρήματα, η απάντηση είναι οι θεσμικοί επενδυτές. Οι θεσμικοί επενδυτές αποτελούν συνεχώς τις πλεονασματικές οικονομικές μονάδες στο οικονομικό σύστημα, καθώς όλοι οι συμμετέχοντες στην οικονομία εισφέρουν συνεχώς σε αυτούς χρήματα. Στους θεσμικούς επενδυτές συγκαταλέγονται οι ασφαλιστικές εταιρείες (που συλλέγουν ασφάλιστρα), τα συνταξιοδοτικά ταμεία (που συλλέγουν εισφορές για συντάξεις), τα επενδυτικά αποταμιευτικά καταπιστεύματα (trusts) και τα πανεπιστημιακά κληροδοτήματα (δωρεές ευεργετών προς πανεπιστημιακά ιδρύματα). Όλα αυτά τα συσσωρευμένα χρήματα οι θεσμικοί επενδυτές τα επενδύουν στην προσπάθεια να αποκομίσουν κέρδη για αυτούς που υποστηρίζουν, μετατρέποντάς τους στους μεγαλύτερους επενδυτές παγκοσμίως. Είναι σε αυτούς που όλοι τρέχουν να ζητήσουν λεφτά όταν δεν έχουν! Με το αζημίωτο φυσικά...! Τα συνταξιοδοτικά ταμεία αποτελούν τα μεγαλύτερα επενδυτικά σχήματα στις περισσότερες χώρες και κυριαρχούν στα χρηματιστήρια όπου επενδύουν. Όταν διαχειρίζονται από επαγγελματίες διαχειριστές κεφαλαίων, αποτελούν τον τομέα των θεσμικών επενδυτών, οι οποίοι προσπαθούν να διατηρούν σταθερές και βιώσιμες αποδόσεις. Συνήθως, τα συνταξιοδοτικά ταμεία απαλλάσσονται από τον φόρο κεφαλαιακών κερδών και τα κέρδη από τα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια είναι αφορολόγητα.

Επενδυτική Διαδικασία
Το κύριο επενδυτικό στυλ ενός συνταξιοδοτικού ταμείου είναι η διαφοροποίηση και η βιωσιμότητα. Τα συνταξιοδοτικά ταμεία επιδιώκουν τη διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου, κατανέμοντας κεφάλαια σε διάφορα επενδυτικά μέσα (μετοχές, ομόλογα, παράγωγα, εναλλακτικές επενδύσεις κ.λπ.), με στόχο την διαφύλαξη κεφαλαίου και της διασποράς κινδύνου. Αυτό σημαίνει ότι στην περίπτωση που ένα από αυτά τα επενδυτικά μέσα έχει πτωτική τάση, να μην επηρεαστεί το σύνολο των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων. Επίσης, στις επενδύσεις συνηθίζεται όταν κάποια επενδυτικά προϊόντα πέφτουν, κάποια άλλα κινούνται ακριβώς αντίθετα και ανεβαίνουν. Τα συνταξιοδοτικά ταμεία επενδύουν και στα δύο για να πετύχουν μία ανοσοποίηση απώλειας κεφαλαίου. Στα χρηματοοικονομικά βασικός κανόνας αποτελεί η αύξηση της απόδοσης συνεπάγεται αύξηση κινδύνου. Τα συνταξιοδοτικά ταμεία, λόγω του μεγέθους τους και της σημαντικότητάς τους, επικεντρώνουν την επενδυτική τους στρατηγική στην ελαχιστοποίηση πρωτίστως του επενδυτικού ρίσκου και της διαφύλαξης του κεφαλαίου, καθώς διαχειρίζονται χρήματα ασφαλισμένων που αν χαθούν θα υπάρχουν καταστροφικές συνέπειες, όπως η απώλεια σύνταξης.
Για πολλά χρόνια, στην επίτευξη του παραπάνω στόχου, τα συνταξιοδοτικά ταμεία περιορίζονταν σε συντηρητικές επενδύσεις κυρίως σε τίτλους που εξασφαλίζονται από το κράτος, όπως ομόλογα με υψηλή πιστοληπτική διαβάθμιση (ομόλογα επενδυτικής διαβάθμισης) και μετοχές blue-chip ισχυρών εταιρειών. Άλλωστε για να προλάβω τους πολύ σκεπτικούς και καχύποπτους οι οποίοι πιστεύουν ότι η επένδυση των χρημάτων σε τέτοια επενδυτικά προϊόντα στο χρηματιστήριο είναι σαν να παίζεις στο καζίνο, και ρισκάρεις υπερβολικά σαν να ασχολείσαι με τον τζόγο, θα επισημάνω ότι για τα συνταξιοδοτικά ταμεία αλλά και για τις ασφαλιστικές εταιρείες υπάρχει περιορισμός σε ποια χρηματιστηριακά προϊόντα μπορούν να επενδύσουν. Μπορούν μόνο να επενδύσουν σε όσα χρεόγραφα, σύμφωνα με τους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, ανήκουν στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade). Όσες επενδύσεις συγκαταλέγονται σε αυτή τη βαθμίδα θεωρούνται αρκετά χαμηλού κινδύνου, χωρίς στοιχεία έντονης κερδοσκοπίας, ελαττώνοντας σημαντικά τον αναλαμβανόμενο κίνδυνο. Βέβαια ταυτόχρονα θυσιάζονται αποδόσεις, που σημαίνει ότι επενδύσεις σε τέτοια προϊόντα διασφαλίζουν την διατήρηση των κεφαλαίων αλλά μειώνουν πολύ τις αναμενόμενες αποδόσεις που επιτυγχάνονται. Στα Επαγγελματικά Ταμεία Ασφάλισης αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα, καθώς βασικός στόχος είναι η ελαχιστοποίηση του κινδύνου και ενθαρρύνονται συντηρητικές επενδύσεις με χαμηλές αποδόσεις.

H ανάγκη για επαγγελματική διαχείριση προέκυψε διεθνώς από τη δεκαετία του ‘70 και μετά. Δεδομένου ότι οι αγορές εξελίσσονται και δεδομένης της συνεχούς ανάγκης για σχετικά υψηλό ποσοστό απόδοσης αλλά και προστασία από τον κίνδυνο, τα συνταξιοδοτικά ταμεία έχουν τη δυνατότητα να επενδύουν στην πλειονότητα των κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων, δεδομένου ότι αυτά ανήκουν στην επενδυτική βαθμίδα. Οι επενδύσεις που πραγματοποιούν πρέπει να είναι τόσο συνετές όσο και διαφοροποιημένες κατά τρόπο που να αποτρέπει σημαντικές απώλειες. Η παραδοσιακή επενδυτική στρατηγική για ένα συνταξιοδοτικό ταμείο είναι να κατανέμει τα περιουσιακά του στοιχεία μεταξύ διαφόρων επενδυτικών προϊόντων όπως, ομολόγων, μετοχών και ακινήτων προς μίσθωση. Σήμερα, πολλά συνταξιοδοτικά ταμεία έχουν μεταβεί από την ενεργητική διαχείριση χαρτοφυλακίου μετοχών και ομολόγων σε παθητικά επενδυτικά μέσα, επενδύοντας σε αμοιβαία κεφάλαια (mutual funds), σε διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια (ETFs) και σε χρηματιστηριακά κεφάλαια που παρακολουθούν χρηματιστηριακούς δείκτες (index funds). Αυτά είναι έτοιμα πακέτα επενδύσεων που προσφέρουν επαρκή διαφοροποίηση, καθώς αποτελούνται από μία μεγάλη πληθώρα χρηματιστηριακών προϊόντων και συνδυασμό αυτών.
Μια αναδυόμενη τάση είναι η τοποθέτηση ορισμένων χρημάτων σε εναλλακτικές επενδύσεις, σε αναζήτηση υψηλότερων αποδόσεων και μεγαλύτερης ποικιλομορφίας. Αναδυόμενες τάσεις είναι η διάθεση κεφαλαίων σε εναλλακτικές επενδύσεις, συγκεκριμένα σε εμπορεύματα, ομόλογα υψηλής απόδοσης, αμοιβαία κεφάλαια, hedge fund, ακίνητα, παράγωγα και ομόλογα υψηλής απόδοσης. Τα χαρτοφυλάκια τίτλων που εξασφαλίζονται με περιουσιακά στοιχεία, π.χ. φοιτητικά δάνεια, στεγαστικά δάνεια ή χρέη από πιστωτικές κάρτες, είναι νέα επενδυτικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται από τα συνταξιοδοτικά ταμεία για την αύξηση του συνολικού ποσοστού απόδοσης. Οι επενδύσεις σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity) γίνονται όλο και πιο δημοφιλείς μεταξύ των συνταξιοδοτικών ταμείων. Πρόκειται για μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε ιδιωτικές εταιρείες, με στόχο αφενός την είσπραξη μερισμάτων αφετέρου της πώλησής της και της αποκόμισης σημαντικών κεφαλαιακών κερδών όταν ωριμάσει. Οι Ανώνυμες Εταιρείες Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία (REITs) είναι επίσης αρκετά δημοφιλής μεταξύ των συνταξιοδοτικών ταμείων, καθώς αποτελούν παθητικές επενδύσεις στις αγορές ακινήτων, προσφέροντας επενδυτική έκθεση στην κτηματαγορά.
Στρατηγική και Τακτική Κατανομή Περιουσιακών Στοιχείων
Η στρατηγική κατανομή περιουσιακών στοιχείων είναι η απόφαση που πρέπει να ληφθεί σχετικά με τα ποσοστά χρημάτων που θα επενδυθούν σε κάθε επενδυτική κατηγορία περιουσιακών στοιχείων. Τι ποσοστό των διαθεσίμων χρημάτων θα επενδύσει το ταμείο σε ομόλογα, τι ποσοστό σε μετοχές, τι ποσοστό σε εναλλακτικές επενδύσεις και τι ποσοστό θα διακρατήσει σε ρευστά διαθέσιμα; Απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις έρχεται να δώσει η διοίκηση του κάθε Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης και η επενδυτική του επιτροπή, η οποία πρέπει να αποτελείται από γνώστες χρηματοοικονομικών θεμάτων και επενδύσεων. Κατόπιν ενδελεχούς ανάλυσης και σοβαρής στοχοθεσίας θα πρέπει να καθορίσουν αυτές τις κατανομές χρημάτων. Για παράδειγμα, αν θέλει να ακολουθήσει συντηρητική πολιτική θα πρέπει να επενδύσει περισσότερο σε ομόλογα που θεωρούνται πιο σταθερά στοιχεία. Αν θέλει να τονώσει λιγάκι τις αποδόσεις θα επιλέξει να προωθήσει μεγαλύτερο ποσοστό κεφαλαίων προς τις μετοχές. Σε περίπτωση που πρέπει να πληρωθούν αρκετές συντάξεις ή αναμένεται κάποια δύσκολη οικονομική συγκυρία η επενδυτική επιτροπή θα αποφασίσει να κρατήσει μεγαλύτερο μέρος των αποθεματικών σε ρευστά διαθέσιμα. Η στρατηγική κατανομή περιουσιακών στοιχείων είναι μια στρατηγική χαρτοφυλακίου. Ο επενδυτής θέτει κατανομές-στόχους για διάφορες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων και αναπροσαρμόζει περιοδικά το χαρτοφυλάκιο, το οποίο επανεξισορροπείται στις αρχικές κατανομές όταν αυτές αποκλίνουν σημαντικά από τις αρχικές, λόγω διαφορετικών αποδόσεων από τα διάφορα περιουσιακά στοιχεία.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ «PENSION MARKETS IN FOCUS 2021» παρουσιάζεται το παρακάτω διάγραμμα σχετικά με την κατανομή σε κατηγορίες επενδύσεων των Επαγγελματικών Ταμείων Ασφάλισης συγκριτικά σε διάφορες χώρες του κόσμου.

Όπως φαίνεται η Ελλάδα, κατά τη γνώμη μου, παρουσιάζει μία εξαιρετική εικόνα κατανομής μεταξύ όλων των κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων, χωρίς να είναι υπερεπενδυμένη κάπου και να υστερεί κάπου αλλού, πετυχαίνοντας αξιόλογη διαφοροποίηση χαρτοφυλακίου των αποθεματικών των συνταξιοδοτικών ταμείων. Το ποσοστό που επενδύουν σε μετοχές (equities), ομόλογα και έντοκα γραμμάτια (Bills and bonds) τα ελληνικά επενδυτικά ταμεία θεωρώ πως είναι σε αρκετά καλό επίπεδο, όπως επίσης και η έκθεση σε διάφορα συγκεντρωτικά επενδυτικά σχήματα (CIS), όπως αμοιβαία κεφάλαια, ETFs και index funds. Η μοναδική επισήμανση που θα μπορούσα να κάνω είναι ότι θα μπορούσε να διακρατεί μικρότερο ποσοστό σε ρευστά διαθέσιμα και το ποσοστό αυτό να το επενδύει σε εναλλακτικές επενδύσεις που φαίνεται ότι δεν επενδύει καθόλου. Αυτές δεδομένου του υψηλότερου κινδύνου που τις διακατέχουν δεν θα πρέπει να καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος του χαρτοφυλακίου, αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι ανύπαρκτες. Συχνά βοηθούν στην αντιστάθμιση κινδύνου και στην τόνωση των αποδόσεων σε περιόδους ύφεσης ή όταν οι άλλες κατηγορίες δεν αποδίδουν αρκετά καλά. Τα λεγόμενά μου έρχεται να επιβεβαιώσει το παρακάτω σχήμα της ίδιας έκθεσης που δείχνει τη μέση κατανομή σε κάθε κατηγορία περιουσιακών στοιχείων διαχρονικά παγκοσμίως. Φαίνεται η τάση παγκοσμίως να θέλει τα Συνταξιοδοτικά Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης να μειώνουν την έκθεσή τους τόσο σε μετρητά όσο και ομόλογα και να διοχετεύουν τη διαφορά σε μετοχές αλλά και σε εναλλακτικές επενδύσεις. Το γεγονός αυτό θεωρώ πως πραγματοποιείται για την τόνωση των αποδόσεων αλλά και την έκθεση σε περισσότερα επενδυτικά προϊόντα για αποτελεσματικότερη διαφοροποίηση.

Η παραπάνω στρατηγική κατανομή περιουσιακών στοιχείων στη συνέχεια θα πρέπει να εκτελεστεί για να αποφασιστεί σε ποια χρεόγραφα της κάθε κατηγορίας θα επενδυθούν τα χρήματα των συνταξιοδοτικών ταμείων. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται τακτική κατανομή περιουσιακών στοιχείων και επιτρέπει στους διαχειριστές χαρτοφυλακίου να δημιουργούν πρόσθετη αξία εκμεταλλευόμενοι ορισμένες καταστάσεις στην αγορά. Η τακτική κατανομή περιουσιακών στοιχείων είναι μια στρατηγική χαρτοφυλακίου ενεργητικής διαχείρισης που αναδιανείμει το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων που διακρατούνται σε διάφορες κατηγορίες για να επωφεληθεί από τις ανωμαλίες στην τιμολόγηση της αγοράς ή τους ισχυρούς τομείς της αγοράς, προβαίνοντας σε αγοραπωλησίες χρεογράφων συνεχώς μέσα στο έτος. Απαντάει στις ερωτήσεις ποιες μετοχές εταιρειών θα αγοράσουμε, σε ποιων κρατών τα ομόλογα θα επενδύσουμε;
Αυτή τη διαδικασία επειδή τα περισσότερα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης δεν έχουν υποδομές, τμήματα, εξειδικευμένο προσωπικό και τεχνογνωσία, την αναθέτουν σε εξωτερικούς διαχειριστές κεφαλαίων και επαγγελματίες χρηματιστές, οι οποίοι αναλαμβάνουν την εκτέλεση της στρατηγικής. Σε περίπτωση που κάποιο Ταμείο δεν επιθυμεί να προσλάβει εξωτερικό διαχειριστεί θα προβεί σε παθητική διαχείριση περιουσιακών στοιχείων που σημαίνει δεν θα κάνει συχνά πράξεις αγοράς ή πώλησης χρεογράφων, ανάλογα με τις τάσεις της αγοράς αλλά θα επενδύσει σταθερά μακροπρόθεσμα τα κεφάλαιά του σε κάποια αμοιβαία κεφάλαια, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια ή χρηματιστηριακούς δείκτες, που είναι ήδη έτοιμα επενδυτικά πακέτα, επαρκώς διαφοροποιημένα για τις ανάγκες του ταμείου, αφού δεν υπάρχει η δυνατότητα ενεργούς διαχείρισης. Επαφίεται στην διοίκηση η επιλογή της επενδυτικής διαχείρισης που μπορεί να είναι είτε ενεργητική διαχείριση των αποθεματικών με αναπροσαρμογή της επενδυτικής θέσης, είτε παθητική στα περιουσιακά του στοιχεία μέσω κάποιου διαπραγματεύσιμου αμοιβαίου κεφαλαίου.
Με οποιονδήποτε από τους δύο τρόπους και αν διαχειρίζεται τα αποθεματικά και τις επενδύσεις του κάθε ταμείο, το αποτέλεσμα φαίνεται στις επιτεύξιμες αποδόσεις, δεδομένου του αναλαμβανόμενου κινδύνου. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης, η μέση ετήσια απόδοση της τελευταίας δεκαετίας όλων των Ελληνικών Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης ανέρχεται στο 4,6% ετησίως. Πρόκειται για μία εξαιρετική απόδοση που ελαχιστοποιεί αρκετά τον κίνδυνο και παράγει σημαντικά οφέλη που θα αναλυθούν παρακάτω για τα μέλη των ταμείων. Το ίδιο στοιχείο επαληθεύει και η πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ «PENSION MARKETS IN FOCUS 2021» με την Ελλάδα να κατατάσσεται πάνω από τον απλό μέσο όρο μαζί με τις ανεπτυγμένες χώρες. Η εικόνα των ελληνικών ταμείων επαγγελματικής ασφάλισης φαίνεται πολύ καλή επενδυτικά και αρκετά βιώσιμη, καταδεικνύοντας σημαντικά επενδυτικά επιτεύγματα και κέρδη για τα μέλη των ταμείων.


Αποτελεσματικότητα και Αποδοτικότητα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων
Η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας, είτε της ενεργητικής είτε της παθητικής διαχείρισης του διαχειριστή κεφαλαίων, είναι βασική αρμοδιότητα της επενδυτικής επιτροπής κάθε Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης, η οποία ελέγχεται από τη διοίκηση και τα μέλη του. Η αξιολόγηση της επίδοσής του πρέπει να γίνεται μετρώντας τόσο την απόδοση που επιτυγχάνει ο διαχειριστής, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο που έχει αναλάβει. Ο κίνδυνος θα πρέπει να είναι ευθυγραμμισμένος με το αποδεκτό επίπεδο κινδύνου που έχει καθορίσει η επιτροπή, η οποία πρέπει να βρίσκεται σε συνεχή συνεργασία με τον ασφαλισμένο στη διαμόρφωση της επενδυτικής στρατηγικής, λαμβάνοντας υπόψη την αποστροφή στον κίνδυνο του κάθε ασφαλισμένου. Επίσης, θα πρέπει να αξιολογούνται τόσο η ικανότητα του διαχειριστή να επιλέγει τα κατάλληλα περιουσιακά στοιχεία προς επένδυση, όσο και η ικανότητά του να προβλέπει τις μελλοντικές τιμές των περιουσιακών στοιχείων και τις στροφές της αγοράς. Στην παραπάνω αξιολόγηση, σύμφωνα με την τήρηση της στρατηγικής της επενδυτικής επιτροπής, βοηθούν πολλά εργαλεία αξιολόγησης χαρτοφυλακίων και επενδυτικών θέσεων που έχει αναπτύξει η χρηματοοικονομική επιστήμη και είναι ευρέως διαδεδομένα τόσο στη βιβλιογραφία, όσο και στους επαγγελματίες διαχειριστές και χρηματιστές. Πρόκειται για διάφορους δείκτες οι οποίοι κρίνουν την επιτυχία του διαχειριστή και μπορούν να αποκαλύψουν σκοτεινά σημεία, στα οποία ο διαχειριστής παρέκκλινε από τη στρατηγική και θέλησε να αποκρύψει.
Στον υπολογισμό των παραπάνω δεικτών αλλά και στη γενικότερη αξιολόγηση απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη οικονομικών στοιχείων. Η δημοσίευση των αποτελεσμάτων σε μία ετήσια έκθεση, καθώς και οι αναλυτικές θέσεις και πράξεις αγοράς και πώλησης χρεογράφων του διαχειριστή κεφαλαίων θα πρέπει να αποτυπώνονται αναλυτικά, έτσι ώστε να αντανακλάται όλη η πορεία των επενδύσεων μέσα στο έτος. Αυτό είναι ένα πρόβλημα που συναντάται στην Ελλάδα, όπου δεν δημοσιεύονται επαρκή στοιχεία με αναλυτικό τρόπο και τα περιορισμένα στατιστικά και άλλα ιστορικά στοιχεία που δημοσιεύονται στην Ελλάδα δυσχεραίνουν την ανάλυση, κάτι που καταδεικνύω και επισημαίνω σε κάθε άρθρο και ανάλυση που διεξάγω και αφορά την Ελλάδα και έρχομαι αντιμέτωπος με αυτό το εμπόδιο. Με την επαρκή πληροφόρηση τόσο η επενδυτική επιτροπή όσο και τα μέλη είναι σε θέση να αξιολογήσουν τόσο τον εξωτερικό διαχειριστή κεφαλαίων που έχουν προσλάβει ή την εσωτερική διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, με ενεργητικό ή παθητικό τρόπο, και να αποφασίσουν αν θα ακολουθήσουν την ίδια στρατηγική ή θα προβούν σε βελτιωτικές ενέργειες, αν δεν είναι ικανοποιημένοι. Με την πλούσια επενδυτική πληροφορία είναι εφικτή η σύγκριση επενδύσεων και η διαχρονική παρακολούθηση της πορείας του Συνταξιοδοτικού Ταμείου για τη λήψη ορθολογικών αποφάσεων.
Οφέλη επαγγελματικής διαχείρισης αποθεματικών
Ο θεσμός της επαγγελματικής ασφάλισης αλλά και της επαγγελματικής διαχείρισης των αποθεματικών εμφανίζει ποσοτικά και ποιοτικά οφέλη. Ο θεσμός της επαγγελματικής ασφάλισης αποτελεί απόρροια της παγκόσμιας τάσης της λειτουργίας συνταξιοδοτικών συστημάτων του δεύτερου πυλώνα και σχετίζεται με την ανάγκη συμπληρωματικής ενίσχυσης των δημόσιων συνταξιοδοτικών συστημάτων ασφάλισης, τα οποία πιέζονται από τη γήρανση του πληθυσμού τους και την επιδείνωση της σχέσης εργαζομένων – συνταξιούχων. Η επαγγελματική διαχείριση και επένδυση των διαθεσίμων δημιουργεί μια σειρά από οφέλη για τα μέλη του κάθε ταμείου.
1. Δημιουργία αξίας και κερδών
Η βασική ιδέα είναι ότι χρήματα που κάθονται και δεν επενδύονται δεν δημιουργούν αξία. Η επένδυση προϋποθέτει την αποταμίευση. Αλλά σκέτη η αποταμίευση δεν είναι αρκετή. Οι αποταμιεύσεις αποτελούν τη βάση για τη διενέργεια επενδύσεων. Ωστόσο, οι επενδύσεις των εισφορών είναι αυτές οι οποίες θα καταφέρουν να δημιουργήσουν πρόσθετο οικονομικό όφελος για τον ασφαλισμένο, καθώς υπόσχονται κάποια απόδοση. Οι παροχές που θα λάβει ένας ασφαλισμένος όταν συνταξιοδοτηθεί είναι συνάρτηση των εισφορών που έχει καταβάλλει και των αποδόσεων που έχουν επιτευχθεί από αυτές. Ως απόδοση ορίζουμε την ποσοστιαία μεταβολή της τιμής του επενδυτικού χαρτοφυλακίου εντός μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Επομένως, η απόδοση που θα επιτευχθεί εξαρτάται από τα περιουσιακά στοιχεία στα οποία επενδύει ο διαχειριστής και το είδος της στρατηγικής.
2. Προστασία από τον πληθωρισμό
Τα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα που προσφέρονται από εταιρείες ή άλλους εργοδότες σπάνια διαθέτουν κλιμακούμενο συντελεστή κόστους ζωής για την προσαρμογή στον πληθωρισμό, οπότε οι παροχές που καταβάλλουν μπορεί να μειώσουν την αγοραστική τους δύναμη με την πάροδο των ετών. Επίσης, συνταξιοδοτικά ταμεία που βασίζονται μόνο στις εισφορές και όχι στις επενδύσεις επηρεάζονται πολύ από τον πληθωρισμό, την τάση για άνοδο των τιμών διαχρονικά, μειώνοντας την αγοραστική τους δύναμη. Αυτό έρχονται να επιλύσουν οι επενδύσεις και με τις πραγματοποιούμενες αποδόσεις να καλύψουν τον πληθωρισμό, προστατεύοντας τη διαχρονική αξία του χρήματος και διατηρώντας την αγοραστική του δύναμη. Άλλωστε είναι και ένας από τους στόχους αποδόσεων που θέτουν οι διοικήσεις τέτοιων Ταμείων για την απόδοση, να υπερβαίνει το ύψος του πληθωρισμού. Χρησιμοποιώντας τον παραπάνω μέσο όρο 4,6% ετησίων αποδόσεων που επιτυγχάνουν τα ελληνικά συνταξιοδοτικά ταμεία παρατηρούμε ότι βρίσκονται σε πολύ ικανοποιητικό επίπεδο υπερκαλύπτοντας πάντοτε τον πληθωρισμό και δημιουργώντας επιπλέον κέρδη.

Φαίνεται να μην μπορούν να καλύψουν τον φετινό πληθωρισμό αλλά πρόκειται για μία παροδική κατάσταση που έχει επέλθει η οικονομία και στα επόμενα έτη θα έχει αντιμετωπιστεί. Αποτελεί στόχο και των περισσότερων κρατών και των Κεντρικών Τραπεζών να διατηρούν τον πληθωρισμό σε χαμηλά επίπεδα, γύρω στο 2%, με διάφορες πολιτικές. Με μέση ετήσια απόδοση των ταμείων στο 4,6% υπερκαλύπτεται 2 φορές το άτυπο κόστος του πληθωρισμού που σημαίνει ότι τα χρήματα όχι απλώς προστατεύονται και δεν χάνουν την αξία τους αλλά αυξάνονται, μία πολύ θετική εξέλιξη για τα μέλη τους. Ακόμη και αν διατηρηθεί για τα επόμενα χρόνια ο πληθωρισμός υπάρχουν αρκετά κερδοφόρα προηγούμενα έτη που μπορούν να απορροφήσουν αυτήν την αρνητική εξέλιξη. Έχουν υπάρξει χρονιές όπου οι αποδόσεις των ΤΕΑ ήταν πάνω από 5%!
3. Πολλαπλασιαστικά οφέλη συγκέντρωσης πλούτου
Μπορεί κάποιοι να αναρωτηθούν γιατί να μην επενδύουν μόνοι τους τα χρήματά τους και τις αποταμιεύσεις τους για την ασφάλιση και τη συνταξιοδότησή τους και να αρχίσουν να εκποιούν τις επενδύσεις τους όταν έρθει η ώρα της σύνταξης και γεράσουν, χρηματοδοτώντας μόνοι τους τη σύνταξή τους. Η απάντηση βρίσκεται στην επενδυτική ισχύ του χρήματος ενωμένο σε μεγάλα ποσά. Για μία επένδυση 10.000€ η ετήσια απόδοση 4,6% γεννάει 460€ κέρδη. Τι συμβαίνει όμως για μια επένδυση 10.000.000€; Αυτή με τη σειρά της θα δημιουργήσει 460.000€ ετήσια κέρδη για την ίδια απόδοση. Αν δεν υπάρχουν μεγάλες υποχρεώσεις για απόδοση συντάξεων εκείνη τη χρονιά πολλά από αυτά τα κέρδη θα κεφαλαιοποιηθούν και θα επανεπενδυθούν αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το επενδυμένο κεφάλαιο και ακόμη περισσότερο τις αποδόσεις της επόμενης χρονιάς. Αυτό το φαινόμενο στα χρηματοοικονομικά είναι γνωστό και ως το όφελος του ανατοκισμού, δηλαδή της επανεπένδυσης των κερδών. Αυτό δε θα μπορούσε να συμβεί εύκολα και θα έπaiρνε πολύ χρόνο για μεμονωμένες ατομικές επενδύσεις χαμηλών κεφαλαίων.
4. Πρόσβαση σε σταθερότερες επενδύσεις
Υπάρχουν ορισμένες επενδύσεις που απευθύνονται μόνο σε θεσμικού επενδυτές και μεγάλα επενδυτικά ονόματα. Μικροί επενδυτές είτε δεν τους επιτρέπεται είτε δεν μπορούν να συμμετέχουν σε κάποιες επενδύσεις, λόγω της απαίτησης πολλών κεφαλαίων, όπως οι εκδόσεις ορισμένων ομολόγων ή οι μετοχές πολύ μεγάλων εταιρειών. Ωστόσο, πολλές φορές αυτές οι επενδύσεις υπόσχονται καλύτερες αποδόσεις, με χαμηλότερο κίνδυνο και είναι περισσότερο σταθερές. Φανταστείτε ένα πριβέ κλαμπ όπου δικαίωμα εισόδου έχουν μόνο διαπιστευμένα μέλη. Αυτήν την πρόσβαση την αποκτά κανείς αν συμμετέχει σε Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης με ατομικό λογαριασμό και εισφορές. Τα χρήματά του μπορεί να επενδυθούν σε επενδυτικά προϊόντα που μόνος του δεν θα είχε ποτέ πρόσβαση, αποκομίζοντας τα σχετικά οφέλη.
5. Διασπορά Κινδύνου
Το όφελος της διασποράς κινδύνου έχει διττή σημασία. Από τη μία αναφέρεται στο ποιοτικό χαρακτηριστικό του να έχεις λαμβάνειν και από αλλού σύνταξη. Σε περίπτωση που η βασική κρατική σύνταξη επηρεαστεί να μπορεί ένας ασφαλισμένος να έχει και δεύτερη πηγή εισοδήματος από έναν άλλο φορέα, έτσι ώστε να καταφέρει να διατηρήσει το βιοτικό του επίπεδο. Από την άλλη η διασπορά κινδύνου αναφέρεται στις επενδύσεις, όπου σε ένα Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης με πολλά μέλη και κεφάλαια θα υπάρχουν εξειδικευμένοι επαγγελματίες διαχειριστές, οι οποίοι λόγω της εξειδίκευσής τους θα μπορούν να διαχειριστούν πιο αποτελεσματικά ένα επενδυτικό χαρτοφυλάκιο και να αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά τον κίνδυνο, ο οποίος σχετίζεται με τις διακυμάνσεις στις τιμές των χρεογράφων και της απώλειας κεφαλαίων από αυτές.
6. Φορολογικά οφέλη και κίνητρα
Σήμερα το φορολογικό πλαίσιο λειτουργίας των ΤΕΑ στη χώρα μας, όπως αυτό καθορίζεται από τον Ν. 4172/2013, προβλέπει ότι οι εισφορές των μελών και εργοδοτών εκπίπτουν κατά 100% και δεν φορολογούνται οι εφάπαξ παροχές. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ένα φορολογικό όφελος που δεν μπορεί να βρεθεί αλλού, το οποίο μπορεί οποιοσδήποτε να επωφεληθεί με τη συμμετοχή του σε τέτοια ασφαλιστικά σχήματα.
Συμπεράσματα
Είναι πολύ θετικό στοιχείο του επαγγέλματος του καθενός να υπάρχει ένα ταμείο επαγγελματικής ασφάλισης για να μπορεί να ασφαλιστεί και σε δεύτερο φορέα, καθώς τα οφέλη είναι πάρα πολλά και ειδικότερα των ταμείων που επενδύουν ενεργά τα περιουσιακά τους στοιχεία για επίτευξη αποδόσεων. Δυστυχώς, λείπουν σημαντικά επαγγέλματα και κλάδοι από αυτά τα σχήματα. Είναι πολλή σημαντική η ασφάλιση σε σχήματα του 2ου πυλώνα ασφάλισης για τη βιωσιμότητα του συστήματος, λόγω της έλλειψης αποθεματικών κεφαλαίων για την κάλυψη του αναλογιστικού ελλείμματος στις εισροές του ασφαλιστικού αναδιανεμητικού συστήματος του 1ου πυλώνα στην Ελλάδα, εξαιτίας της δημογραφικής γήρανση του πληθυσμού. Ένα Ταμείο Επαγγελματικής Ασφάλισης είναι αυτοχρηματοδοτούμενο, κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα που πραγματοποιεί επενδύσεις για να ωφελήσει τα μέλη του, τα οποία διατηρούν ατομικό λογαριασμό ασφάλισης και γνωρίζει ο καθένας την ασφαλιστική του εικόνα βάσει των εισφορών του αλλά και των κερδών από τις επενδύσεις που του αναλογούν. Παρά το γεγονός ότι η αποταμίευση αποτελεί μια σημερινή θυσία σε όρους μειωμένης τρέχουσας κατανάλωσης, η σημερινή αποταμίευση διασφαλίζει υψηλότερη κατανάλωση στο μέλλον, όταν οι άνθρωποι θα το έχουν περισσότερο ανάγκη, αποτελώντας ταυτόχρονα τη βάση για τις επενδύσεις.
Προβλέπεται στο μέλλον όσοι άνθρωποι συμμετείχαν τόσο σε Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης του 2ου πυλώνα, όσο και σε ατομική ασφάλιση του 3ου πυλώνα να έχουν σημαντικά καλύτερο βιοτικό επίπεδο και συνταξιοδότηση, συγκριτικά με άλλους που βασίζονται αποκλειστικά στην υποχρεωτική κρατική κοινωνική ασφάλιση. Οι διαφορές θα είναι πολύ έντονες και εμφανείς! Στην Ελλάδα ήδη δραστηριοποιούνται 30 Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, με τελευταίο να μπαίνει στο χορό το ΤΑΥΦΕ, του οποίου ευχόμαστε καλή επιτυχία. Τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης είναι ένας θεσμός που ξεκίνησε το 2004 και συνεχίζει να αυξάνεται στη χώρα μας πολύ έντονα για να καταφέρουμε να προλάβουμε τις διεθνείς εξελίξεις, οι οποίες είναι πολύ μπροστά σε αυτόν τον κλάδο. Τα υπο διαχείριση περιουσιακά στοιχεία των ελληνικών ΤΕΑ που ανέρχονται στα 1,9 δις ευρώ θεωρούνται αμελητέα ποσότητα στη διεθνή επενδυτική σκηνή των συνταξιοδοτικών ταμείων. Ωστόσο, ήδη όπως σας απέδειξα στην παραπάνω ανάλυση η εικόνα είναι πολύ καλή, πέραν των προσδοκιών, και με την ίδια βιώσιμη πορεία διατηρήσιμη, τα οφέλη θα είναι πολλά για τα μέλη τους. Αρκεί η διαχείριση να γίνεται πάντοτε με επαγγελματισμό, σύμφωνα με τις καλές πρακτικές, από επαγγελματίες του κλάδου των χρηματοοικονομικών που είναι καταρτισμένοι στις χρηματοοικονομικές αναλύσεις και στην διενέργεια επενδύσεων.
Θα είχε αρκετό ενδιαφέρον να σας δείξω τις αποδόσεις που πετυχαίνει ετησίως κάθε επαγγελματικό ταμείο στην Ελλάδα αλλά και τις σωρευτικές αποδόσεις για τους ασφαλισμένους από την ίδρυσή του, καθώς και να πραγματοποιούσαμε μία συγκριτική ανάλυση για να δούμε πιο από αυτά είναι το καλύτερο και πιο αποδοτικό για τα μέλη του στην πραγματοποίηση επενδύσεων. Ωστόσο, αυτό απαιτεί ενδελεχή χρηματοοικονομική ανάλυση με άντληση ιστορικών στοιχείων και μελέτη όλων των ιστορικών οικονομικών καταστάσεων, διαδικασία που απαιτεί αρκετό χρόνο τον οποίο δεν διαθέτω. Ίσως πραγματοποιηθεί σε βάθος σε μελλοντικό άρθρο... Μέχρι τότε να είστε πάντα καλά και ευχαριστώ όσους κατάφεραν να φτάσουν μέχρι εδώ, να διαβάσουν αλλά και να κατανοήσουν όλο το άρθρο.